Η Φρόσω δηλώνει φεμινίστρια. Και ίσως να είναι, γιατί στην αντίληψή της παρατηρώ σωρεία αντιφάσεων. Η Φρόσω νιώθει μεγάλη ευχαρίστηση όταν βλέπει πλέον εκφωνήτριες στην τηλεόραση να συζητούν για το αντροκρατούμενο ποδόσφαιρο. Βέβαια το ποδόσφαιρο το απεχθάνεται όπως και όλες οι φίλες της.
Η Φρόσω εκνευρίζεται όταν προβάλλεται στα μοντέλα η ενσάρκωση της τέλειας γυναίκας. Δηλαδή πρέπει να είμαι ψηλή, λεπτή, ντυμένη τζιτζί και κουκλάρα για να γίνω αποδεκτή και να αρέσω, ρωτάει. Και συνεχίζει: τα πρότυπα αυτά ασκούν μεγάλη πίεση πάνω στην πραγματική, κοινή γυναίκα.
Η Φρόσω σκέφτεται φεμινιστικά; Τότε η φεμινιστική σκέψη είναι εξαιρετικά ετεροπροσδιοριζόμενη. Έχει συνεχώς ως αφετηρία τον «άντρα». Και σε τελική ανάλυση ρε Φρόσω, πώς τέλος πάντων είναι αυτή η πραγματική, κοινή γυναίκα;
Η αντιφατικότητα του φεμινισμού σήμερα – αν υπάρχει ακόμα φεμινιστικό κίνημα – έγκειται στο γεγονός ότι πέφτει στις ίδιες ακριβώς παγίδες και κάνει ακριβώς τα ίδια λάθη της απερχόμενης πλέον πατριαρχικής, αντροκρατούμενης κοινωνίας: προσπαθεί δηλαδή να ορίσει στεγανούς ρόλους ή αντιρόλους για την Γυναίκα. Προσπαθεί να ορίσει την απελευθερωμένη Γυναίκα και να της προσδώσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Το «αλλιώς δεν είσαι άντρας» στην φεμινιστική του έκδοση ως «αλλιώς δεν είσαι γυναίκα».
Οι νέες γυναίκες δεν δίνουν σημασία πλέον στο φεμινιστικό κίνημα ως πολιτική δύναμη. Τα σύγχρονα Girlies δείχνουν να απολαμβάνουν τα επιτεύγματα του φεμινιστικού κινήματος, να μην είναι όμως διατεθειμένα να αγωνιστούν για να διευρύνουν τα κεκτημένα της γυναίκας του 20ου αιώνα. Ίσως γι’ αυτό στην Δύση μιλούν ήδη για το τέλος του φεμινιστικού κινήματος.
Η κοινωνική θέση της γυναίκας έχει αναμφισβήτητα καλυτερέψει τον αιώνα που πέρασε, οι γυναίκες σηκώνουν όμως ακόμα το κύριο βάρος των υποχρεώσεων του σπιτιού και των παιδιών. Τα τελευταία χρόνια – ίσως να είναι και αυτός ένας πρόσθετος λόγος αδρανοποίησης των σύγχρονων γυναικών – ζούμε την κρατικοποίηση του φεμινισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για την κρατικοποίηση αυτή είναι η ποσοστιαία υποχρεωτική συμμετοχή γυναικών. Δείγμα μειωτικό για την γυναίκα όπως και ένδειξη πως η θέση της γυναίκας δεν έχει ακόμα κοινωνικά εδραιωθεί όσο θα έπρεπε σε μια σύγχρονη κοινωνία ισότητας.
Βέβαια – και αυτό αποσκοπεί στην απομυθοποίησή του – το φεμινιστικό κίνημα επέφερε λιγότερες ουσιαστικές αλλαγές στην θέση της γυναίκας στις σύγχρονες κοινωνίες σε σύγκριση με την επιστήμη (αντισυλληπτικό χάπι) ή την εργασία (ανάγκη για γυναικεία εργατικά χέρια).
Ο φεμινισμός από την άλλη είναι μια ιδεολογία που σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα οδήγησε σε συντριπτική αποδοχή από την κοινωνία. Πριν 30 χρόνια πολλά από αυτά που σήμερα είναι «φυσιολογικά» ήταν φεμινιστικές ακρότητες. Η πατριαρχική νοοτροπία χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί κατ’ εξοχήν την υποτιθέμενη διαχρονική αξία του «φυσιολογικού» ή «φυσικού», το πρότυπο δηλαδή της φύσης.
Η φύση ως ιδεολογία βρίσκει εφαρμογή στην διαφοροποίηση των ρόλων. Έτσι λοιπόν η φύση καθιστά την γυναίκα υπεύθυνη για το μεγάλωμα των παιδιών αφού η φύση ορίζοντας τον ρόλο της την προίκισε με μήτρα και μαστούς ακριβώς για να γεννά και να θηλάζει τα παιδιά. (Αξίζει εδώ να σημειωθεί η απληστία της πατριαρχίας όταν αυτή φόρτωνε με την πρόφαση του «φυσικού» αποκλειστικά στην γυναίκα το μεγάλωμα των παιδιών, δεν μπορούσε όμως να παραδεχτεί ότι η γυναίκα γεννά. Έτσι λοιπόν έχουμε την γυναίκα απλά να τίκτει, τον άντρα να γεννά). Η παραπομπή στην φύση με σκοπό την αντικειμενικοποίηση μιας αντίληψης παρατηρείται σε πολλούς τομείς της ανθρώπινης ζωής. Βέβαια πρόκειται για υπεραπλουστεύσεις που πηγάζουν κυρίως από αποσπασματικές παρατηρήσεις και παραλληλισμούς του ανθρώπου και της ανθρώπινης κοινωνίας με την φύση. Η ερώτηση που τίθεται ρητορικά είναι: πολιτισμός η φύση;
Η επιστήμη κατέχει και αυτή μια συγκεκριμένη οπτική γωνία, την πατριαρχική. Δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά εφόσον μέχρι πριν λίγα χρόνια – αν όχι και μέχρι σήμερα – η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα απαρτιζόταν κατά συντριπτική πλειοψηφία από άντρες, οι οποίοι και μετέφεραν τις πολιτισμικές συμβάσεις μιας αντροκρατούμενης κοινωνίας στην έρευνά τους. Έτσι η επιστημονική διαπίστωση πως ο γυναικείος εγκέφαλος σε αντίθεση με τον αντρικό έχει την ικανότητα να ασχολείται συγχρόνως με διάφορα πράγματα φέροντας τα εις πέρας μπορεί εύκολα να ερμηνευτεί ως ικανότητα της γυναίκας να μαγειρεύει, να πλένει, να σιδερώνει και να διαβάζει τα παιδιά την ώρα που ο «ανίκανος» άντρας πρέπει να είναι στο γραφείο του και να ασχολείται με ένα και μόνο πράγμα. Ανάλογες ψυχολογικές έρευνες διατείνονται πως ο άντρας δεν μπορεί να μείνει πολλές ώρες κλεισμένος στο σπίτι γιατί παθαίνει κατάθλιψη λόγω της έλλειψης κοινωνικής συναναστροφής, ενώ η γυναίκα είναι πολύ πιο ισχυρή στον εγκλεισμό αυτό γι’ αυτό και πιο κατάλληλη για νοικοκυρά.
Η επέλαση των γυναικών επιστημόνων έρχεται σήμερα με άλλες πάλι ακρότητες. Η ενεργητικότητα του σπέρματος και η παθητικότητα του ωαρίου που γονιμοποιείται αντιστρέφεται με την αντίληψη πως το ωάριο απορρίπτει σπέρματα και επιλέγει αυτό που του είναι αρεστό, άρα κατέχει αυτό την ενεργητικότητα απέναντι στο παθητικό, προς επιλογή σπερματοζωάριο.
Έτσι συναντούμε ακόμα ενίοτε το φαινόμενο της «Θέλμα και Λουίζ», των καταπιεσμένων δηλαδή γυναικών που κάνουν την επανάστασή τους εξολοθρεύοντας τον αντίπαλο, τον άντρα. Ο φεμινισμός όμως δεν χρειάζεται (πια) Θέλμες και Λουίζ. Τέτοιες ακρότητες οδηγούν πιο πολύ στη θυματοποίηση της γυναίκας, στην αίσθηση δηλαδή πως οι γυναίκες έχουν ακόμα ανάγκη το συμβολικό σάλτο στον γκρεμό για να ξεφύγουν από την πατριαρχία.
Σχολιάστε