Η χαμένη ελπίδα
Η ελπίδα που εκφράστηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ότι η τηλεόραση θα αποτελούσε σημαντικό μέσο μόρφωσης και απόλαυσης καλλιτεχνικών έργων για όλα μάλιστα τα στρώματα του πληθυσμού έχει κατά μέρος διαψευσθεί. Η τηλεόραση έχει μεν σταθερή θέση στα καθιστικά όλων σχεδόν των σπιτιών της Δύσης, ανεξαρτήτως οικονομικής ή μορφωτικής βαθμίδας, αποκλίνει όμως κατά κράτος από αυτό που κανείς θα ονόμαζε μέσο διαπαιδαγώγησης, ενημέρωσης, ψυχαγωγίας και προβολής καλλιτεχνικών αξιών.
Η τηλεόραση δεν αξιοποίησε τις μεγάλες δυνατότητές της, δεν ανταποκρίθηκε στις παραπάνω αξιώσεις και προσδοκίες. Αντίθετα καταντώντας υποχείριο των απανταχού καθεστώτων, πολιτικών ή οικονομικών, κατέληξε μια πρώτης ποιότητας και δραστικότητας υπνωτιστική μηχανή.
Σεφέρης ή Σεφερλής
Για την κατάντια αυτή που στις μέρες μας εντείνεται διαρκώς κύριος συνυπεύθυνος είναι η παιδεία. Η παιδεία που πνίγεται μέσα στον συντηρητισμό της. Εγκλωβισμένη σε μια νοοτροπία θρησκευτικού τύπου με βαθιές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ πιστών και απίστων, καλού και κακού, Σεφέρη και Σεφερλή. Η παιδεία αυτοεξορίζεται αφήνοντας στις πλάτες της τηλεόρασης την διαμόρφωση προτύπων, χαρακτήρων, γούστου. Είναι μη μου άπτου, δεν ασχολείται με Σεφερλήδες, Ακάλυπτους, Σαπουνοειδήσεις, Μεγάλους Αδερφούς, παρά μόνο με Θερμοπύλες, αδεινά πουκάμισα και ασπαλάθους. Διγλωσσία, σύγχυση στα κεφάλια των παιδιών που από την μια στο αποστειρωμένο από την πραγματικότητα σχολείο έρχονται σε επαφή με την υψηλή ραπτική, καταναλώνοντας όμως όλο τον υπόλοιπο – και συγκριτικά τον περισσότερο – χρόνο κουρέλια προερχόμενα κατά κύριο λόγο από την τηλεόραση. Χοντροκομμένα κουρέλια που αναγάγονται όμως σε πρότυπα απομακρύνοντας και αποξενώνοντας όλο και περισσότερο τα παιδιά από το αισθητικά λεπτεπίλεπτο, αλλά απομονωμένο περιεχόμενο του σχολείου.
Το σχολείο πρέπει επιτέλους να ανοίξει τις πόρτες του στα φαινόμενα της σύγχρονης (υπο)κουλτούρας. Η αποκωδικοποίηση του Big Brother πρέπει να γίνει στο σχολείο, οι ειδήσεις να συγκριθούν με τις σαπουνοειδήσεις, το αντρικό πρότυπο «Ακάλυπτος» πρέπει να αναλυθεί, η νέκρωση της εικόνας με την χιλιοστή επανάληψή της πρέπει να συζητηθεί, όπως και τόσα άλλα που συνθέτουν την εικόνα αυτού του πανίσχυρου μέσου. Η τηλεόραση πρέπει να απομυθοποιηθεί ως μέσο μέσα στο σχολείο. Άραγε που αλλού θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Ποιός θα μπορούσε να αναπτύξει με μεθοδικότητα αντισώματα στα παιδιά; Με κηρύγματα, με την παιδεία να εθελοτυφλεί για το τι συμβαίνει έξω από το προαύλιο του σχολείου, να χειρίζεται με απαξίωση την τηλεοπτική πραγματικότητα ή να θεωρεί αδιανόητη την σύγκριση του Χατζηδάκη με την Βίσση, το μόνο που καταφέρνει είναι να ωθεί τα παιδιά χωρίς ίχνος αντανακλαστικών στην αγκαλιά των μη αποκωδικοποιημένων, από την τηλεόραση μυθοποιημένων κουρελιών.
Ο μεγάλος αδερφός: η μεγάλη ευκαιρία
Ο μεγάλος αδερφός απέδειξε το εξής τρομακτικό: ότι η τηλεόραση στο κυνήγι της ακροαματικότητας είναι διατεθειμένη να κάνει το παν. Η μικρή ιστορία της σύγχρονης ελληνικής τηλεόρασης οδεύει παράλληλα με το μακιαβελικό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» που κατ’ αρχήν ενσαρκώθηκε στο «δάκρυ σε γκρο πλαν» της χαροκαμένης μάνας. Όταν η ντόπια επικαιρότητα δεν προσφέρει τέτοια ανθρώπινα δράματα, εισάγονται ανάλογα από το εξωτερικό. Η φτηνή αυτή συγκινησιακή δόση πρέπει όμως και να αυξάνεται αλλά και να εναλλάσσεται. Δυστυχώς για τα κανάλια η πραγματικότητα όσο σκληρή κι αν είναι δεν προσφέρει διαρκώς συγκλονιστικές εικόνες. Η κατάθλιψη που προκαλεί η ανεργία, τα ναρκωτικά και η κάθε λογής εξάρτηση, η εκμετάλλευση των αλλοδαπών, η πορνεία, η αρρώστια, η έλλειψη πρόνοιας, η εγκληματικότητα είναι θέματα που ταλανίζουν την κοινωνία σε συνεχή βάση, δεν προσφέρουν όμως συνεχώς συγκλονιστικές εικόνες, με άλλα λόγια δεν είναι πάντα τόσο «θεαματικά», ώστε να έχουν την δύναμη να προσελκύσουν τηλεθεατές.
Εφόσον λοιπόν υπάρχει έλλειψη σοκαριστικών εικόνων, αλλά η ανάγκη να κρατηθεί η ψευτοσυγκινησιακή δόση ψηλά παραμένει, η τηλεόραση προσφεύγει σε άλλα μέσα προσδοκώντας να καλύψει το κενό. Τέτοια μέσα είναι η υπερβολή (αποκλειστικό, τραγωδία, δράκος, έλεος κτλ.), η υπερμεγένθυνση μικρών και ασήμαντων γεγονότων σε πρώτα θέματα, οι θεατρινισμοί των τηλεπαρουσιαστών, η τεχνητή ένταση σε δημόσιες αψιμαχίες-τσακωμούς ή οι κατασκευασμένες ειδήσεις που εγγίζουν ή ξεπερνούν μάλλον τα όρια της απάτης.
Το επόμενο στάδιο στον βωμό της ικανοποίησης των συγκινησιακά αδηφάγων πλέον τηλεθεατών είναι το στάδιο της σκηνοθετημένης πραγματικότητας. Είναι το στάδιο όπου μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο-τηλεθεατή μοιάζει να αναβιώνει η τάση για την ηδονή που ένιωθε ο Ρωμαίος παρακολουθώντας τα διαδραματιζόμενα στην αρένα. Εκεί όπου η τέχνη δεν μπορεί να ικανοποιήσει πλέον την ανάγκη του ανθρώπου για θέαμα, εκεί οπού το συγκινησιακό επίπεδο ευτελίζεται τόσο πολύ, ο άνθρωπος θέλει την ωμότητα της πραγματικότητας για να ικανοποιηθεί. Θέλει την εγγύηση ότι όλα είναι ζωντανά, έχουν συμβεί, κάθε λέξη, κάθε βρισιά, κάθε ξέσπασμα, δάκρυ, κραυγή πόνου ή ηδονής είναι πραγματική. Η αναγωγή της σκηνοθετημένης πραγματικότητατας σε επιστήμη συμβαίνει σήμερα στον μεγάλο αδερφό και είναι ακριβώς αυτό το στοιχείο που συνδέει τον Big Brother με την αρένα.
Ο μεγάλος αδερφός είναι όμως και μια μεγάλη ευκαιρία. Ευκαιρία γιατί έστω λόγω πουριτανισμού ή λόγω μάρκετινγκ (κατευθυνόμενο δηλαδή από τους ίδιους τους παραγωγούς) αναπτύχθηκε, στα παράθυρα κατ’ αρχήν, μια κουβέντα για την εν λόγω εκπομπή που ίσως εξελιχθεί σε μια ευρύτερη συζήτηση με επίκεντρο την ίδια την τηλεόραση. Τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση φάνηκαν ήδη στην ελληνική τηλεόραση με κάποιες σοβαρές εκπομπές που προσπάθησαν να συγκρίνουν την τηλεοπτική ειδησιογραφία στην χώρα μας με αυτή του εξωτερικού.
Αν αυτή η συζήτηση προβληματίσει έστω και ένα μικρό κομμάτι των τηλεθεατών, ο μεγάλος αδερφός θα έχει αποτελέσει το έναυσμα. Πρέπει λοιπόν ίσως να πάθουμε – και να αντιληφθούμε οτι πάθαμε – για να μάθουμε. Βρισκόμαστε όμως ακόμα στην φάση της προσπάθειας αντίληψης της τηλεοπτικής πραγματικότητας.
Το δόλωμα
Στις μομφές για χαμηλή ποιότητα των εκπομπών ενός ιδιωτικού καναλιού ο πρόεδρος του απάντησε ως εξής: «Το δόλωμα πρέπει να αρέσει στο ψάρι και όχι στον ψαρά». Πρόκειται για το γνωστό θέμα της προσφοράς και ζήτησης όπως επίσης και της ελευθερίας στην επιλογή. Αφήστε – λένε οι χρηματοδότες και οι παραγωγοί ανάλογων προγραμμάτων – τον πιο σκληρό κριτή να αποφασίσει, δηλαδή την εμπορικότητα ενός προϊόντος, στην προκείμενη περίπτωση την ακροαματικότητα. Αφήστε λοιπόν τον τηλεθεατή να διαλέξει την τηλεοπτική του ενημέρωση και ψυχαγωγία έτσι όπως διαλέγει και την κυβέρνησή του.
Θεωρώ πως η στάση αυτή, όσο κυνική κι αν είναι, απεικονίζει την σωστή διάσταση του ζητήματος. Αν σκεφτούμε πως η χαμηλή ακροαματικότητα του οποιουδήποτε Big Brother θα έθαβε σε μια νύχτα την ύπαρξή του, ενώ η ψηλή τηλεθέαση θα το απογείωνε – όπως και συνέβει – ωθώντας και άλλα κανάλια στην συνταγή της σκηνοθετημένης πραγματικότητας, συμπεραίνουμε πως την τηλεόραση που θέλουμε την ορίζουμε επιλέγοντας το κανάλι ή την εκπομπή που ικανοποιεί τις απαιτήσεις μας. Στην τηλεόραση μάλιστα όπου η ακροαματικότητα έχει άμεση επίδραση στην συνέχιση ή όχι μιας εκπομπής η δύναμη του τηλεθεατή μεγενθύνεται, παίρνει παραδειγματικό χαρακτήρα, είναι στην ουσία ο απόλυτος κυρίαρχος. Η πραγματικότητα της ακροαματικότητας όμως δικαιώνει μέχρι στιγμής τα κάθε είδους Big Brother, αφήνοντας την σήμερα ποιοτική δημόσια τηλεόραση στο πενιχρό ποσοστό του 3 με 4%.
Όλα δείχνουν πως οι καταναλωτές-τηλεθεατές δεν ενδιαφέρονται να ορίσουν την ποιότητα της ψυχαγωγίας / ενημέρωσής τους. Σαν να πρόκειται για κάτι που δεν είναι διεκδικήσιμο. Η παθητικότητα του μέσου έχει εμποτίσει την στάση μας απέναντί του. Η φυγή εκφράζεται με συνεχές ζάπινγκ, με συνεχή ανακύκλωση της ίδιας πάντα γεύσης, γύρω γύρω στο ίδιο κλουβί. Οι διεκδικήσεις του σύγχρονου Έλληνα περιορίζονται γενικότερα μόνο εκεί όπου θίγονται τα πυρηνικά οικονομικά συμφέροντα του, ίσως ούτε καν εκεί πλέον.
Ο τομέας της τηλεόρασης είναι ένας τομέας όπου η ανταγωνιστικότητα λειτουργεί ισοπεδωτικά. Γιατί αναλώνεται στο πεδίο του εντυπωσιασμού, στο ποιό κανάλι θα έχει το αποκλειστικό πλάνο από τον τόπο του εγκλήματος και όχι στο ποιό δελτίο ειδήσεων θα πληροφορήσει πιο γρήγορα, σφαιρικά, αντικειμενικά και με εμβαθύνσεις τους τηλεθεατές. Η κατεύθυνση όμως στην οποία κινείται ο ανταγωνισμός ορίζεται από τους καταναλωτές και την ζήτηση. Πώς να λάβουν όμως τα κανάλια το ανάλογο μήνυμα όταν οι σαπουνοειδήσεις έχουν με απόσταση τις ψηλότερες τηλεθεάσεις; Απλά, δεν θα το λάβουν ποτέ αλλά θα τρέχουν με ακόμα μεγαλύτερο ζήλο πίσω από την αποκλειστική εικόνα ή – αν δεν υπάρχει – θα την κατασκευάζουν.
Η τηλεόραση καθρεφτίζει την κοινωνία μας και τις ανάγκες της. Η εικόνα της κοινωνίας που κυνηγά υπνωτισμένη το δόλωμα τηλεόραση είναι καταθλιπτική. Ιδίως όταν το δόλωμα το έχει γαντζώσει η ίδια στο αγκίστρι. Γιατί αν δεν το έχει γαντζώσει αυτή, τότε ποιός δυνάστης ψαράς;
Σχολιάστε